Συμμετοχή της Σχολής ΜΜΜ στην αποκατάσταση του Τεμένους Βαγιαζήτ

 

Συμμετοχή της Σχολής ΜΜΜ σε Διεπιστημονικό Ερευνητικό Έργο
για την Αποκατάσταση της Ξύλινης Στέγης του Οθωμανικού Τεμένους Βαγιαζήτ

Το Τέμενος Μεχμέτ ή Τέμενος Βαγιαζήτ είναι μουσουλμανικό τέμενος στο Διδυμότειχο, το οποίο ολοκληρώθηκε επί σουλτάνου Μεχμέτ Α’ (1413-1421) και εγκαινιάστηκε το 1420. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ισλαμικά μνημεία στην Ευρώπη, ενώ αναφέρεται ως το μεγαλύτερο σε έκταση στο χώρο των Βαλκανίων. Η αρχική μεγάλων διαστάσεων πυραμοειδή στέγη του Τεμένους, κατασκευασμένη από ξύλο δρυός, θεωρείτο από τα σημαντικότερα μνημεία από ξύλο στον κόσμο. Η πυρκαγιά, η οποία ξέσπασε στις 22 Μαρτίου του 2017, κατέστρεψε ολοσχερώς τη εν λόγω μνημειακή ξύλινη στέγη.

Στα πλαίσια ενός διεπιστημονικού ερευνητικού προγράμματος με Επιστημονική Υπεύθυνο την κ. Τσακανίκα Ελευθερία, Επίκ. Καθηγήτρια ΕΜΠ, συνεργάστηκαν τρεις σχολές του ΕΜΠ (Αρχιτεκτόνων, Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών), το ΕΑΓΜΕ, Δενδροχρονολόγοι από την Πολωνία και την Ελλάδα και οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ (ΔΑΒΜΜ, ΕΦΑ Έβρου, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, Διεύθυνση Συντήρησης), με στόχο την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης του μνημείου και του μιναρέ, την παθολογία και αποτίμηση της κατάστασης διατήρησης των τοιχοποιιών και των σωζόμενων στοιχείων του φορέα και της οροφής της.

H τετράκλινη πυραμοειδή ξύλινη στέγη, η οποία καταστράφηκε ολοκληρωτικά, κάλυπτε έκταση σχεδόν ενός στρέμματος (32.3 x 30.0 m2). Παρουσίαζε ύψος κορυφής από τη στέψη των εξωτερικών τοίχων τα 12 m και κλίση 43o. Για την κατασκευή της, δεν είχαν χρησιμοποιηθεί μεταλλικά στοιχεία, αλλά ένα ξύλινο σύστημα με εγκάρσια ξύλα. Η επικάλυψη της ήταν από μολυβδόφυλλα. Η δια-σύνδεση του ξύλινου φορέα της στέγης είχε πραγματοποιηθεί με την χρήση σίδηρων ήλων (μεταλλικών καρφιών).

Η Σχολή των Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών, η οποία συμμετείχε με την ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Μεταλλογνωσίας (αποτελούμενη από τους κ.κ. Π. Τσακιρίδη, Επίκουρο Καθηγητή ΕΜΠ, Ά. Καλδέλλη, ΥΔ ΜΜΜ, Ν. Μάκρη, ΥΔ ΜΜΜ και τον Διευθυντή του Εργαστηρίου Γ. Φούρλαρη, Καθηγητή ΕΜΠ) εξέτασε επιλεγμένα δείγματα σιδηρών ήλων (μεταλλικών καρφιών) αλλά και εναπομείναντα μεταλλικά τεμάχια φύλλων μολύβδου.

Μέσω των εργαστηριακών ελέγχων ήταν δυνατή η τεκμηρίωση του τρόπου παραγωγής των σιδηρών στοιχείων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της ξύλινης στέγης, αλλά και μια συνολική εκτίμηση της κατάστασής τους, αναφορικά τον βαθμό του μετασχηματισμού τους που έχει προκληθεί λόγω της πυρκαγιάς, ώστε να είναι δυνατή μια συνολική πρόταση για την ανακατασκευή της.

Από τη συνεκτίμηση όλων των αποτελεσμάτων προέκυψε ότι για την κατασκευή των σιδηρών ήλων χρησιμοποιήθηκε χάλυβας με σχετικά χαμηλό ποσοστό άνθρακα (0.1%-0.2% κ.β.), οι οποίοι έχουν παραχθεί με την “Άμεση Διαδικασία” (αναγωγή μεταλλεύματος με χρήση ξυλάνθρακα). Σε ορισμένες περιπτώσεις η μικροδομή χαρακτηρίζεται από την παρουσία φερριτικών βελονόμορφων δομών Widmanstatten, στο εσωτερικό των πρωτογενών κόκκων του ωστενίτη, γεγονός το οποίο υποδεικνύει την ηθελημένη προσπάθεια του Μεταλλουργού της εποχής για αύξηση της σκληρότητας του υλικού, μέσω θερμικής κατεργασίας σε θερμοκρασία μεγαλύτερης αυτής της ωστενιτοποίησης, ακολουθούμενη από γρήγορη απόψυξη (βαφή).